- κρέμασαν
- κρεμάννυμιhramjanaor ind act 3rd pl (homeric ionic)κρεμάζωhramjanaor ind act 3rd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Tellos Agras — (Mitte), zusammen mit zwei anderen Führern der Guerillakämpfer, Nikiforos (Ioannis Demestichas; links) und Kalas (Constantine Sorros; rechts) – 1906 … Deutsch Wikipedia
ακόλουθος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από τη Θηβαΐδα και έζησε στην Ερμούπολη της Αιγύπτου επί Μαξιμιανού. Τον συνέλαβαν στα χρόνια του ηγεμόνα Αρριανού, ο οποίος προσπάθησε με κολακείες και απειλές να τον επαναφέρει στην εθνική θρησκεία … Dictionary of Greek
κουδούνι — το (Μ κουδούνι και κουδούνιν και κουδούνιον) κοίλο ορειχάλκινο όργανο με σχήμα κόλουρου κώνου, ανοιχτό από την κάτω πλευρά, το οποίο όταν κρούεται με ένα σφαιροειδές κατασκεύασμα, το γλωσσίδι, που κρέμεται μέσα σ αυτό, αναδίδει παλμώδη μεταλλικό… … Dictionary of Greek
κυριακός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Κ. (2ος αι. μ.Χ.). Τόσο αυτός όσο και ο Χριστιανός ήταν νήπια τα οποία αποκεφαλίστηκαν στη Ρώμη επί Αντωνίνου (138 160), επειδή, κατά την παράδοση, ψέλλιζαν το όνομα του Ιησού. Η μνήμη τους τιμάται… … Dictionary of Greek
Αγουράς, Γεώργιος — (19ος αι.).Πατριώτης από την Τραπεζούντα, έμπορος και βιοτέχνης (παπλωματάς) στην Κωνσταντινούπολη. Μόλις άρχισε η Επανάσταση, οι Τούρκοι τον συνέλαβαν για την πατριωτική του δραστηριότητα και τον κρέμασαν, αφού τον βασάνισαν και τον διαπόμπευσαν … Dictionary of Greek
Άγρας, Καπετάν — (1881 – 1907).Ψευδώνυμο του μακεδονομάχου Τέλου Αγαπηνού, ανθυπολοχαγού του πεζικού, από το Ναύπλιο. Απογοητευμένος από την αναγκαστική αδράνεια της στρατιωτικής ζωής στην Ελλάδα και ευαισθητοποιημένος στις δραματικές εξελίξεις του μακεδονικού… … Dictionary of Greek
Αλεξανδρία — Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αμισό. Μαζί με την Κλαύδια, την Ευφρασία, τη Ματρώνα, την Ιουλιανή Ευφημία και τη Θεοδοσία ή Θεοδώρα, φυλακίστηκαν κατά τον διωγμό του Μαξιμιανού, επειδή κήρυτταν τον λόγο του Χριστού. Όταν… … Dictionary of Greek
Βέργας — Επώνυμο αδελφών, εθνικών αγωνιστών, από τον Μοχό (νομός Ηρακλείου) της Κρήτης (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Πολύ πριν αρχίσει η Επανάσταση, ο Γεώργιος Β. είχε σκοτώσει έξι Τούρκους και για τον λόγο αυτό τον έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου… … Dictionary of Greek
Βλαχάβας — Επώνυμο οικογένειας εθνικών αγωνιστών. 1. Θανάσης (Βλαχάβα Καλαμπάκας 1700; – 1780). Γενάρχης των Βλαχαβαίων. Ήταν καπετάνιος των αρματολών στα Χασιά σχεδόν επί 50 χρόνια. Σε ηλικία 76 ετών πήγε στα Ιεροσόλυμα πεζός μαζί με το πρωτοπαλίκαρό του.… … Dictionary of Greek
Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… … Dictionary of Greek